Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούνιος, 2016

Κωνσταντίνος Θ' Μονομάχος

"Ἐν τούτῳ τῷ ἔτει ὁ Ῥωμαίων κατέστρεψε βασιλεὺς Κωνσταντῖνος  οὗτος ὁ Μονομάχος, ἐν ἰδιοκτήτοις οἴκοις  καὶ μὴ τοῖς ἀνακτόροις  διαζευχθεὶς τῆς ψυχῆς, καὶ τῷ παρ' αὐτοῦ ἀνεγερθέντι ναῷ  τὸν νεκρὸν καταθέμενος, ἀνὴρ πολιτικὸς καὶ γένους ἐπισήμου  γενόμενος, δωρηματικός τε καὶ βασιλικῶς εὐεργετεῖν ἐπιστάμενος,  φροντίζων μὲν καὶ τῶν ἐν πολέμοις προτερημάτων  καὶ τοῖς ἐναντίοις ὡς ἐνὸν ἀντικαθιστάμενος, πλείονι δὲ ῥοπῇ  τῆς τρυφῆς ἀντεχόμενος, καὶ τῶν ἀφροδισίων μὴ ἀπεχόμενος.  ἔμελε δ' αὐτῷ καὶ ἀστεϊσμῶν καὶ τῶν ἐν μίμοις γελοιασμῶν καὶ   τῆς ἐπικαίρου  ῥαστώνης, καὶ οἷς ἡ ζωτικὴ ψυχὴ συνέζευκταί τε καὶ συνερρίζωται". (Μιχαήλ Ατταλειάτης) O Κωνσταντίνος Θ' Μονομάχος (1042-1055) διεδέχθη τον Μιχαήλ Ε' Καλαφάτη (ανηψιό του Μιχαήλ Δ' Παφλαγόνα), ο οποίος είχε οικτρό θάνατο προσπαθώντας να παραγκωνίσει την λαοπρόβλητη Ζωή. Ο Κωνσταντίνος ενυμφεύθη την Ζωή αλλά μετά από λίγο έφερε και την ερωμένη του στην αυλή.   Επί της

Η βυζαντινή αυτοκρατορία το 800 μ.Χ

Χάρτης το 800 μ.Χ Το Βυζαντινό κράτος, η Δυτική Ευρώπη και η Μέση Ανατολή και Βόρειος Αφρική το έτος 800 μ.Χ. Εκείνη την χρονιά ο Πάπας Λέων ο Γ’ στέφει τον Καρλομάγνο ως αυτοκράτορα των Ρωμαίων, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των βυζαντινών. Την ίδια εποχή στον θρόνο της Ρωμανίας (Βυζάντιο) βρίσκεται η περιβόητη ειρήνη η Αθηναία. Η ειρήνη, λίγα έτη πριν, το 797, είχε ανατρέψει τον γιο της Κωνσταντίνο τον Στ’ και τον είχε τυφλώσει. Ο Καρλομάγνος, βλέποντας αυτό το “κενό” στο ύπατο αξίωμα του Βυζαντίου, ζήτησε σε γάμο την Ειρήνη ώστε να ενωθούν οι δύο αυτοκρατορίες, πράγμα που η ίδια δεν το αντιμετώπιζε αρνητικά. Υπήρξε, όμως, σφοδρή εναντίωση από τους ανώτερους βυζαντινούς αξιωματούχους με αποτέλεσμα το 802 να αναρρηθεί στον βυζαντινό θρόνο ο Νικηφόρος ο Α’ που ήταν κατά της ενώσεως αυτής. Στον χάρτη βλέπουμε πως το αραβικό χαλιφάτο έχει πλήρως αναχαιτισθεί στην Μικρά Ασία (εκτείνεται όμως στην Μέση Ανατολή, Βόρειο Αφρική σε ένα μεγάλο μέρος της Ισπανίας

Η βυζαντινή αυτοκρατορία το 1ο τέταρτο του 7ου αιώνος

Χάρτης 610-627 μ.Χ Τα σύνορα μεταξύ των δύο μεγάλων αυτοκρατοριών του πρώιμου μεσαίωνος -της Βυζαντινής και της Σασσανιδικής Περσίας- αλλάζουν συνεχώς κατά τα έτη 610 έως 627. Το 627, μετά την συντριπτική νίκη των βυζαντινών στρατευμάτων του Ηρακλείου (610-641 μ.Χ εκδιώκει και φονεύει τον ανίκανο αυτοκράτορα Φωκά (602-610), εκστρατεύει νικηφόρα κατά των Περσών, αλλά αδυνατεί να αντιμετωπίσει τους Άραβες) επί των Σασσανιδών στην Νινευή, το Βυζάντιο προσαρτά ξανά την ανατολική Μικρά Ασία, την Μεσσοποταμία, την δυτική Αρμενία, την Συρία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Μετά από λίγα έτη θα χάσει οριστικά τις παραπάνω επαρχίες (πλην της Μεσσοποταμίας, μέρους της Συρίας και της Αρμενίας που θα επανακαταλάβει, πάλι προσωρινά, τον 9ο, 10ο και 11ο) από την αραβική επέκταση. Το δε βασίλειο των Σασσανιδών θα καταλυθεί από τους Άραβες και οι Πέρσες θα εξισλαμιστούν.

Slavic Ethnogenesis and Great Power Diplomacy

By Petar Milich Washington University, St. Louis The past three decades of this century witnessed important paradigm shifts spanning a wide range of issues seminal to Byzantine studies. The urban continuity/discontinuity debate, for example, represents a prime example of ongoing reassessment in action. Although the continuity/discontinuity thesis continues to spark lively debate, it is instructive that the original framework of discussion, propounded decades ago, has undergone detailed nuancing.1 Archaeology and numismatics clearly played an important role in changing the parameters of debate. Meanwhile, within Slavistik equally important paradigm shifts took place over the same timeframe. While it is true Byzantinists who double as Slavists are keenly aware of these trends, Byzantine scholarship outside this inner sanctum has yet to grasp its import and to assess its implications for a broad spectrum of topics, including the  urban continuity/discontinuity thesis.2 Slav

Το χρυσό νόμισμα του Αλεξίου Α' Κομνηνού

Περιγραφή Νομίσματος και σκιαγράφηση ιστορικού πλαισίου, εντός του οποίου εξεδόθη «Έτερον δε σημείον δυναστείας των Ρωμαίων  ο αυτοίς κεχάρισται ο Θεός, λέγω δη ότι εν τω νομίσματι  αιτών εμπορεύονται πάντα τα έθνη και εν παντί τόπω  απ' άκρου γης έως άκρου γης δεκτόν εστι, θαυμαζόμενον  παρά παντός ανθρώπου και πάσης βασιλείας,  όπερ ετέρα βασιλεία ουχ υπάρχει το τοιούτο»  Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης 6ος αιών (για το βυζαντινό νόμισμα) Ι. Εισαγωγή Τα βυζαντινά νομίσματα κυριάρχησαν κατά την διάρκεια του Μεσαίωνος. Είχαν τέτοια επιρροή που όλα τα βασίλεια στην Δύση εκείνη την εποχή επιχείρησαν να κόψουν παρόμοια νομίσματα. Βησιγότθοι, Οστρογότθοι, Λογγοβάρδοι, Νορμανδοί, Βενετοί, Δανοί, άλλοι λιγότερο, και άλλοι περισσότερο, μιμήθηκαν το βυζαντινό νομισματικό πρότυπο. Με το παρόν θα εξετάσουμε το χρυσό Υπέρπυρον νόμισμα του Αλεξίου Α’ Κομνηνού (1081-1118). Αρχικά θα το περιγράψουμε ενώ θα ακολουθήσει η παράθεση του ιστορικού πλαισίου, εντός του οποίου