Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η κατάλυση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους το 476



Η ιστορία της δυτικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από το 395 έως το 476 είναι μία ιστορία παρακμής. Κατά την περίοδο εκείνη η Ρώμη αλώθηκε και λεηλατήθηκε 2 φορές. Την πρώτη το 408 από τα στρατεύματα του Βησιγότθου Αλαρίχου και την δεύτερη το 455 από τους Βανδάλους του Γιζερίχου. 

Πρωτεύουσα είχε αρχικά τα Μεδιόλανα και από το 402 την Ραβέννα. Πρώτος αυτοκράτορας είναι ο Φλάβιος Ονώριος, γιος του Θεοδοσίου του Α’. Τον διαδέχεται το 423 ο γιος της Γάλλα Πλακιδίας ετεροθαλούς αδελφής του Ονωρίου Βαλεντινιανός ο Γ’ που έμεινε στον θρόνο έως το 455. Επί των ημερών του ο στρατηγός Αέτιος κατήγαγε σημαντικές νίκες ανορθώνοντας προσωρινά το γόητρο του δυτικού κράτους. Υπό τις διαταγές του Αετίου τα ενωμένα ρωμαϊκά και  γοτθικά στρατεύματα νίκησαν την στρατιά του Αττίλα το 451 στην λεγόμενη και Μάχη των Εθνών στα Καταλαυνικά Πεδία. Ο Αέτιος θεωρείται ως ο έσχατος των Ρωμαίων, όπως ήταν, αντιστοίχως ο Φιλοποίμην για την αρχαία Ελλάδα. 

Μετά τον Βαλεντινιανό ανεβοκατεβαίνουν συνεχώς οι αυτοκράτορες, από ένα σημείο και μετά μέσω του ισχυρού τότε άνδρα του δυτικού κράτους του Γερμανού Ρικίμερου. Τον Βαλεντινιανό λοιπόν διαδέχεται ο Πετρώνιος Μάξιμος, εκείνον ο Άβιτος έως το 456, μετά ο Μαϊοριανός από το 457 έως το 461. Ακολουθεί ο Λίβιος Σεβήρος από το 461 έως το 465. Το 467 ανεβαίνει στον θρόνο ο Ανθέμιος Προκόπιος έως το 472. Πρόκειται για τον τελευταίο αυτοκράτορα της Δύσης που αναγνωρίζεται ως νόμιμος από το Βυζάντιο (είχε υιοθετηθεί από τον Μαρκιανό για τον θρόνο της ανατολικής αυτοκρατορίας). Τον διαδέχεται το 472 και για λίγους μήνες ο Ολύβριος. Το 473 ανακηρύσσεται αυτοκράτωρ ο Γλυκέριος που παρέμεινε έως το 474. Μετά τον Γλυκέριο αναλαμβάνει ο Ιούλιος Νέπως που βασίλεψε από το 474 έως το 475 που τον εκθρονίζει ο Φλάβιος Ορέστης για να φέρει στον θρόνο τον γιο του Ρωμύλο Αυγουστύλο. 

Το 476 ο Σκίρος Φοιδεράτος Οδόακρος ἐκθρονίζει τόν τελευταῖο αὐτοκράτορα‐ἀνδρείκελο τῆς Δύσης Ρωμύλο Αὐγουστίλο. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ Ἀνατολική Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία (τό βυζαντινό κράτος δηλαδή) νά πορευτεῖ, ἐφεξῆς, ὡς τό μοναδικό ρωμαϊκό κράτος, γεγονός πού τήν κατέστησε ἀποκλειστικό νόμιμο κληρονόμο καί συνεχιστή τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορικῆς παραδόσεως. Αὐτό τό στοιχεῖο, ὅπως θά διαπιστώσουμε, ἀποτέλεσε βασικό δομικό στοιχεῖο τῆς Βυζαντινῆς Πολιτικῆς Ἰδεολογίας πού κυριάρχησε στίς διεθνεῖς σχέσεις τοῦ Βυζαντίου, τόσο ἔναντι τῆς Δύσεως (ἀτελείωτες διπλωματικές διαμάχες ἀπέναντι στόν Παποκαισαρισμό ἀλλά καί ἔναντι τῆς Γερμανικῆς αὐτοκρατορικῆς ἰδέας, τῶν Καρολιδῶν κατά τόν 9ο καί τῶν Ὀθωνιδῶν κατά τόν 10ο) ὅσο καί ἔναντι τῆς Ἀνατολῆς.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Οι Δήμοι και ο ρόλος τους στο βυζαντινό κράτος

Οι «Δήμοι» στο Βυζάντιο αποτελούν κατάλοιπο των δημοκρατικών θεσμών. Αρχικά λειτουργούσαν ως λαϊκές ομάδες οι οποίες, στη συνέχεια, μετεξελίχθησαν σε αθλητικά σωματεία τα οποία είχαν επιφορτιστεί με την οργάνωση των ιππικών αγώνων.   Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα σωματεία απέκτησαν υπολογίσιμη πολιτική ισχύ. Από μαρτυρίες τις οποίες έχουμε η δραστηριότητά τους λάμβανε χώρα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, τόσο στον ελλαδικό χώρο (Ρόδος, Γόρτυνα, Νέα Αγχίαλος κ.ά)  όσο και στη Μικρά Ασία (Μίλητος, Έφεσος Κύζικος, Πριήνη, Στρατονίκεια κ.ά), την Ανατολή (Αντιόχεια, Ιερουσαλήμ, Καισάρεια Παλαιστίνης, Έμεσα κ.ά) και την Αίγυπτο (Αλεξάνδρεια, Οξύρυγχος, Αντινόη κ.ά). Οι Δήμοι διακρίνονταν από τον χρωματισμό που είχαν τα εμβλήματά τους. Έτσι είχαμε τους Πράσινους, τους Λευκούς, τους Βένετους και τους Ρούσιους. Δηλαδή τέσσερις ξεχωριστούς Δήμους.  Επισήμως δεν είχαν κάποια πολιτική εξουσία. Από τον 5ο αιώνα οι αρχηγοί τους διορίζονταν από τον αυτοκρά

Ιστοριογραφικές πηγές για το Βυζάντιο

Οι πηγές, από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες για την Βυζαντινή αυτοκρατορία, είναι δύο ειδών: οι άμεσες και οι έμμεσες. Ως άμεσες πηγές έχουμε τις εξής: ·        Νομοθεσία, για παράδειγμα ο Codex Theodosianus ή το Corpus   Iuris Civilis —   Πρακτικά και κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων —   Πρακτικά και κανόνες τοπικών Συνόδων —   Τα διάφορα έγγραφα που σώζονται (κυρίως σε παπύρους), κρατικά ή ιδιωτικά —   Επιγραφές, π.χ επιτύμβιες, επιγραφές μνημείων κ.λ.π —   Σφραγίδες, π.χ Χρυσόβουλα, Αργυρόβουλα, Μολυβδόβουλα —   Νομίσματα, π.χ ο βυζαντινός Σόλιδος, τα αργυρά Μιλιαρέσια, ή οι χάλκινες Φόλλεις —   Μνημεία —   Έργα Μικροτεχνίας, π.χ από Σμάλτο, Ελεφαντοστό κ.λ.π —   Μικρογραφίες, π.χ από το Χειρόγραφο του Σκυλίτζη —   Έργα πρακτικής χρησιμότητας για την κρατική διοίκηση και την στρατιωτική οργάνωση, π.χ για θέματα εθιμοτυπίας ή ιεραχικής τάξεως όπως τα έργα του Κωνσταντίνου του Ζ’ του Πορφυρογέννητου (945-959) —   Εκκλησιαστικά τακτικά ( Notita

ΜΕΛΕΤΗ ΧΑΛΚΙΝΟΥ ΦΟΛΛΕΩΣ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Περιγραφή Νομίσματος και σκιαγράφηση ιστορικού πλαισίου, εντός του οποίου εξεδόθη “ο δε αυτός βασιλεύς προεχειρίσατο κόμητα λαργιτιώνων Εν Κωνσταντινουπόλει τον από υπάτων Ιωάννην τον Παφλαγόνα τον λεγόμενον Καϊάφαν` όστις άπαν το προχωρόν κέρμα το λεπτόν εποίησε φολλερά προχωρείν εις πάσαν την Ρωμαϊκήν κατάστασιν έκτοτε” Ιωάννης Μαλάλας “Χρονογραφία” (για τους Φόλλεις που έκοψε ο Αναστάσιος) Ι. Εισαγωγή Η βυζαντινή νομισματική συνέχισε την ρωμαϊκή παράδοση της εκδόσεως τριών διαφορετικών νομισμάτων. Το ρωμαϊκό κράτος είχε σε κυκλοφορία χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα. Το βυζαντινό το μιμήθηκε, μόνο που οι ονομασίες των νομισμάτων άλλαξαν. Το χρυσό ρωμαϊκό Aureus διεδέχθη ο χρυσούς Solidus, το αργυρό δηνάριο (Denarius) αντικαταστάθηκε από το Μηλιαρέσιον ενώ το χάλκινο Σεστέρτιο (Sestertius) έδωσε την θέση του στον Φόλλι. Η βυζαντινή νομισματική κυριαρχία είναι καθολική κατά την διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων. Σημείο καμπής αποτελεί ο 11ος αιώνας και